Ο ΗΦΑΙΣΤΟΣ ΩΣ ΣΙΔΗΡΟΥΡΓΟΣ
|
Ο Ήφαιστος είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές εκφράσεις του ελληνικού ανθρωπομορφισμού. Κανένας από τους θεούς του ελληνικού Πανθέου δεν πλησίαζε περισσότερο προς τον άνθρωπο. Ο Ήφαιστος με την ιδιότητα του θεού της φωτιάς μπορεί να εκδηλώσει με τρόπο τρομερό τη δύναμή του. Όμως δεν είναι αυτός ο κυριότερος ρόλος του Ηφαίστου. Η επωνυμία που συνοδεύει συχνότερα το όνομά του είναι "ο θεϊκός σιδηρουργός" και μ' αυτή τη μορφή παρουσιάζεται τις περισσότερες φορές. Τον βλέπουμε με δυνατούς μυώνες να χειρίζεται τη βαριά και τις τσιμπίδες του μέσα στο εργαστήρι του, από όπου βγαίνουν τα αξιοθαύμαστα αντικείμενα, κατά πολύ ανώτερα από ότι μπορεί να αποδώσει ένας συνηθισμένος εργάτης, επειδή είναι ένας από τους μεγάλους θεούς που σ' αυτόν προσφεύγουν οι άλλοι Ολύμπιοι σε πάμπολλες περιστάσεις. Όταν η Ήρα βλέπει τον Αχιλλέα να διεξάγει έναν άνισο αγώνα με τον ποταμό Ξάνθο προσφεύγει στον "αγαπημένο της γιο", που ο Όμηρος μας περιγράφει την αποτελεσματική του επέμβαση στον αγώνα. "Ο Ήφαιστος ρίχνει τώρα τις θεϊκές του φλόγες. Τις περιφέρει πέρα δώθε πρώτα στο πεδίο της μάχης και καίει τα πολυάριθμα πτώματα που κείτονται ανάκατα απ' τη στιγμή που τα ξάπλωσε κάτω ο Αχιλλέας. Σε μια στιγμή η γη ξεραίνεται και η πλημμύρα σταματάει. Όπως το φθινόπωρο, ξεραίνει ο βοριάς το χώμα στα χωράφια που τα πότισε η βροχή και χαίρεται ο ξωμάχος, έτσι και ο Ήφαιστος ολόκληρο τον κάμπο καθαρίζει και κατακαίει τους νεκρούς. Ύστερα στρέφει τις φλογερές σαϊτες του κατά του Ξάνθου. Παίρνουν φωτιά και λαμπαδιάζουν οι φτελιές, κατόπιν οι ιτιές και οι μυρτιές και οι λωτοί, οι καλαμιές, τα κούτσουρα, όλα όσα φύτρωσαν στου ποταμού τις όμορφες τις όχθες. Τα χέλια, όλα τα ψάρια του που ζουν μέσα στα νερά του αγκομαχούν από την πνοή του Ηφαίστου και κατεβαίνουν πιο βαθιά μέσα στα νερά και τις ρουφήχτρες. Το ίδιο το ποτάμι νιώθει τη φλόγα του θεού". Ικετεύει τον Ήφαιστο να σταματήσει, αλλά "η φλόγα το καταβροχθίζει, τσιρίζουν τα όμορφα νερά του. Καθώς σε χύτρα μέσα, που από κάτω της καίνε ξερά κλαδιά και φλόγες μεγάλες την αγκαλιάζουν, λιώνει και βράζει το γλυκό λίπος καλοθρεμμένου γουρουνιού και κοχλάζει, έτσι βράζουν τα νερά του ποταμού από τις φλόγες ζεσταμένα. Και το ποτάμι δεν κυλάει πια, το ρέμα του έχει σταματήσει, γιατί το δάμασε του Ηφαίστου η ανάσα".
Σε ελάχιστες περιπτώσεις παρουσιάζεται ο Ήφαιστος μ' αυτή την τρομερή και μεγαλόπρεπη μορφή. Η συνηθισμένη στάση του είναι στάση εργάτη μέσα στο σιδηρουργείο, που ο Όμηρος στον Όλυμπο το τοποθετεί. Μας λέει, "Είναι μια κατοικία ακατάλυτη, αστραφτερή, υπέροχη ανάμεσα στις κατοικίες των αθάνατων, έργο του ανάπηρου θεού". Μας παρουσιάζει το θεϊκό σιδηρουργό "δραστήριο πολυάσχολο, καταϊδρωμένο, γύρω από τα φυσερά του, επειδή έφτιαξε είκοσι τρίποδες μαζί, αραδιασμένους ολόγυρα στον τοίχο του στέρεου παλατιού του και τοποθέτησε τη βάση τους σε ρόδες χρυσές επάνω για να πηγαίνουν μονάχοι τους -πράγμα θαυμαστό- στις συνελεύσεις των θεών.. Και είναι τελειωμένοι οι τρίποδες, εκτός από τις λαβές, που ο Ήφαιστος τώρα τις συγκολλάει".. Παρακάτω ο ποιητής της "Ιλιάδας" συνεχίζει, "Ο θεός, γεροδεμένος και ψηλός, τ' αμόνια παρατώντας κουτσαίνοντας φεύγει από τη δουλειά του, τα πόδια του αδύνατα, δεν τον βαστούν, λυγίζουν κάτω από τον όγκο του. Μα πρώτα βγάζει τα φυσερά απ' τις φωτιές, μαζεύει τα σύνεργά του σ' ένα ασημένιο κιβώτιο και έπειτα μ' ένα σφουγγάρι το πρόσωπο και τα χέρια του σκουπίζει και το νεύρωση του λαιμό και το δασύ του στήθος κι ύστερα ένα χρυσό χιτώνα φοράει και παίρνει σκήπτρο δυνατό και κουτσαίνοντας βγαίνει. Αγάλματα χρυσά τον βοηθούν να βαδίζει, ολόιδια με ζωντανούς εφήβους, που δύναμη και σκέψη τους δόθηκε και ζωή. Οι αθάνατοι τους έμαθαν τι είχαν να κάνουν κι αυτά καθόλου δεν απομακρύνονται από κοντά του, καθώς περπατάει με κόπο.." Ο Ήφαιστος μπαίνει και πάλι στο εργαστήρι του, "Κατευθύνει τα φυσερά του πάνω στις φωτιές και τα προστάζει να ζωηρέψουν τις φωτιές. Κι όλα μαζί φυσούν σε είκοσι φωτιές, θερμότητα σκορπίζουν τόση, όση χρειάζονται οι δουλειές που έχει στο νου του ο Ήφαιστος να τελειώσει. Ο θεός κατόπι βάζει τον ανυπότακτο χαλκό πάνω στη φωτιά, τ' ασήμι, τα καλάι και το πολύτιμο χρυσάφι, στεριώνει ύστερα το έργο σε πλατύ αμόνι επάνω και παίρνει με το ένα χέρι τη βαριά και με το άλλο τη μασιά".
Πολυάριθμα είναι τα θαυμαστά αντικείμενα που αναφέρονται ως έργα του Ήφαιστου. Πολλοί από τους αθάνατους έλαβαν δώρα ανεκτίμητης αξίας από τον Ήφαιστο. Σ' αυτόν χρωστούσε ο Δίας την αιγίδα και το σκήπτρο του, η Δήμητρα το δρεπάνι κι ο Απόλλωνας κι η Άρτεμη τα βέλη της φαρέτρας τους. Η Αθηνά έλαβε τα ασημένια κύμβαλα που ύστερα χάρισε στον Ηρακλή. Ο Ηρακλής, έλαβε δώρο από τον θεϊκό τεχνίτη ένα χρυσό θώρακα. Στον Ήλιο και στον Διόνυσο ο θεός Ήφαιστος είχε χαρίσει από ένα χρυσό κύπελλο, στην Αριάδνη ένα διάδημα, στον Κάδμο ένα περιδέραιο, το οποίο πήρε θέση ανάμεσα στα γαμήλια δώρα της Αρμονίας, της κόρης της Αφροδίτης και του Άρεως, όταν ο Κάδμος παντρεύτηκε μαζί της.
Τα χρυσά αγάλματα που ήταν όμοια με ζωντανούς εφήβους ήταν προικισμένα με "δύναμη, σκέψη και φωνή". Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος μας λέει, ότι, ο Αιήτης, ο πατέρας της Μήδειας, από τον Ήφαιστο είχε πάρει δυο άγριους ταύρους που "έβγαζαν φωτιές από τα ρουθούνια τους και είχαν πόδια χάλκινα". Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και οι αργυροί σκύλοι που φύλαγαν το ανάκτορο του Αλκίνοου. Ο γίγαντας Τάλως "από το γένος των χάλκινων ανθρώπων" δόθηκε από τον Ήφαιστο στον Μίνωα, για να φρουρεί τη νήσο Κρήτη.
Ο Όμηρος περιγράφει την κατασκευή των όπλων του Αχιλλέως από τον θεικό σιδηρουργό. "Κατασκεύασε πρώτα την ασπίδα, στερεή και πλατιά, τη στόλισε ολόγυρα με έναν τριπλό άσπρον εκθαμβωτικό κύκλο από όπου έκανε να βγαίνει τον αορτήρα τον αργυρό. Πέντε πλάκες είχε η ασπίδα και στην επιφάνειά της ο Ήφαιστος φτιάχνει διάφορες όμορφες ανάγλυφες παραστάσεις, τη Γη, τον Ουρανό, τη Θάλασσα, τον ακούραστο Ήλιο και το ολόγιομο Φεγγάρι. Παρασταίνει επίσης όλα τα στολίδια του ουρανού, την Πούλια, τις Υάδες, το δυνατό Ωρίωνα, την Άρκτο που την ονομάζουν και Άμαξα (δίφρο) και στριφογυρίζει αδιάκοπα στο ίδιο μέρος κοιτώντας τον Ωρίωνα, ενώ μονάχα αυτή δε λούζεται τα νερά του Ωκεανού". Ολόκληρο το τέλος της 18ης ραψωδίας της "Ιλιάδας" είναι αφιερωμένο στην περιγραφή των σκηνών, που είχε παραστήσει ο Ήφαιστος πάνω στην ασπίδα του γιου της Θέτιδας. Μια γαμήλια τελετή "με μεγάλο γλέντι, μια δίκη στην Αγορά, μια μάχη κάτω από τα τείχη πολιορκημένης πολιτείας, όπου η Αθηνά, ο Άρης, η Έριδα, η Χλαλοή και η Μοίρα εικονίζονται σ' αυτή". Η τέχνη του Ηφαίστου δίνει ζωή σε αυτές τις μορφές που σκαλίζει, τις βλέπουμε να πολεμούν, να μεταφέρουν τους νεκρούς τους κι από τα δυο στρατόπεδα. Δίπλα από αυτή την εικόνα πολέμου και σφαγής, ο θεός σκάλισε χαρούμενες σκηνές. Το όργωμα ενός "μεγάλου κι αφράτου χωραφιού", έπειτα το θέρισμά του, τον τρύγο ενός "όμορφου αμπελιού, που τα χρυσά κλωνιά του λυγίζουν κάτω από το βάρος των τσαμπιών με τις γαλάζιες ρόγες". Ο Ήφαιστος παρασταίνει ακόμα επάνω στην ασπίδα "μια γελαστή κοιλάδα όπου έβοσκαν μεγάλα κι άσπρα πρόβατα. Κι εκεί κοντά είναι οι στάβλοι, τα μαντριά και οι καλύβες των βοσκών". Έφτιαξε "χορό από όμορφες κοπέλες και εφήβους που καθώς χορεύανε χτυπούσαν τα πόδια τους στο χώμα πιασμένοι χέρι χέρι. Μακριά φορέματα από λεπτό κι ανάλαφρο λινό, στεφάνια λουλουδένια στόλιζαν τα κορίτσια. Οι χορευτές χιτώνες φόραγαν από ύφασμα αστραφτερό και πλούσιο. Τα σπαθιά τους ήταν κρεμασμένα από ασημένιους αορτήρες. Πότε ο χορός ολόκληρος, έφηβοι και κοπέλες, με κίνηση ανάλαφρη και τεχνική, στριφογυρίζει γρήγορα σαν τον κεραμεικό τροχό του αγγειοπλάστη όταν τον δοκιμάζει και πότε ο χορός χώριζε σε όμορφες γραμμές, χαριτωμένες, που προχωρούν αντικριστά η μία προς την άλλη. Το πλήθος που τους έβλεπε τους θαύμαζε, ενώ ένας θεϊκός τραγουδιστής, τη λύρα παίζοντας, ρύθμιζε τα βήματά τους και δυο επιτήδειοι χορευτές ρίχνονται σ' έναν στροβιλιστό χορό καταμεσής τους κύκλου".
Ο Ήφαιστος είχε εργαστεί ακόμα και στην οικοδόμηση της κατοικίας των θεών στον Όλυμπο. Οι τοίχοι του ανακτόρου ενισχυμένοι ήταν με χάλκινες πλάκες, σφυρηλατημένες στο εργαστήρι του θεού. Για τον Δία έφτιαξε ένα γαμήλιο θάλαμο, με πόρτες βαριές που έκλεινε κι έτσι ο κυρίαρχος των Ολύμπιων θεών απόλυτα προφυλαγμένος ήταν από τα αδιάκριτα βλέμματα.
Σε ελάχιστες περιπτώσεις παρουσιάζεται ο Ήφαιστος μ' αυτή την τρομερή και μεγαλόπρεπη μορφή. Η συνηθισμένη στάση του είναι στάση εργάτη μέσα στο σιδηρουργείο, που ο Όμηρος στον Όλυμπο το τοποθετεί. Μας λέει, "Είναι μια κατοικία ακατάλυτη, αστραφτερή, υπέροχη ανάμεσα στις κατοικίες των αθάνατων, έργο του ανάπηρου θεού". Μας παρουσιάζει το θεϊκό σιδηρουργό "δραστήριο πολυάσχολο, καταϊδρωμένο, γύρω από τα φυσερά του, επειδή έφτιαξε είκοσι τρίποδες μαζί, αραδιασμένους ολόγυρα στον τοίχο του στέρεου παλατιού του και τοποθέτησε τη βάση τους σε ρόδες χρυσές επάνω για να πηγαίνουν μονάχοι τους -πράγμα θαυμαστό- στις συνελεύσεις των θεών.. Και είναι τελειωμένοι οι τρίποδες, εκτός από τις λαβές, που ο Ήφαιστος τώρα τις συγκολλάει".. Παρακάτω ο ποιητής της "Ιλιάδας" συνεχίζει, "Ο θεός, γεροδεμένος και ψηλός, τ' αμόνια παρατώντας κουτσαίνοντας φεύγει από τη δουλειά του, τα πόδια του αδύνατα, δεν τον βαστούν, λυγίζουν κάτω από τον όγκο του. Μα πρώτα βγάζει τα φυσερά απ' τις φωτιές, μαζεύει τα σύνεργά του σ' ένα ασημένιο κιβώτιο και έπειτα μ' ένα σφουγγάρι το πρόσωπο και τα χέρια του σκουπίζει και το νεύρωση του λαιμό και το δασύ του στήθος κι ύστερα ένα χρυσό χιτώνα φοράει και παίρνει σκήπτρο δυνατό και κουτσαίνοντας βγαίνει. Αγάλματα χρυσά τον βοηθούν να βαδίζει, ολόιδια με ζωντανούς εφήβους, που δύναμη και σκέψη τους δόθηκε και ζωή. Οι αθάνατοι τους έμαθαν τι είχαν να κάνουν κι αυτά καθόλου δεν απομακρύνονται από κοντά του, καθώς περπατάει με κόπο.." Ο Ήφαιστος μπαίνει και πάλι στο εργαστήρι του, "Κατευθύνει τα φυσερά του πάνω στις φωτιές και τα προστάζει να ζωηρέψουν τις φωτιές. Κι όλα μαζί φυσούν σε είκοσι φωτιές, θερμότητα σκορπίζουν τόση, όση χρειάζονται οι δουλειές που έχει στο νου του ο Ήφαιστος να τελειώσει. Ο θεός κατόπι βάζει τον ανυπότακτο χαλκό πάνω στη φωτιά, τ' ασήμι, τα καλάι και το πολύτιμο χρυσάφι, στεριώνει ύστερα το έργο σε πλατύ αμόνι επάνω και παίρνει με το ένα χέρι τη βαριά και με το άλλο τη μασιά".
Πολυάριθμα είναι τα θαυμαστά αντικείμενα που αναφέρονται ως έργα του Ήφαιστου. Πολλοί από τους αθάνατους έλαβαν δώρα ανεκτίμητης αξίας από τον Ήφαιστο. Σ' αυτόν χρωστούσε ο Δίας την αιγίδα και το σκήπτρο του, η Δήμητρα το δρεπάνι κι ο Απόλλωνας κι η Άρτεμη τα βέλη της φαρέτρας τους. Η Αθηνά έλαβε τα ασημένια κύμβαλα που ύστερα χάρισε στον Ηρακλή. Ο Ηρακλής, έλαβε δώρο από τον θεϊκό τεχνίτη ένα χρυσό θώρακα. Στον Ήλιο και στον Διόνυσο ο θεός Ήφαιστος είχε χαρίσει από ένα χρυσό κύπελλο, στην Αριάδνη ένα διάδημα, στον Κάδμο ένα περιδέραιο, το οποίο πήρε θέση ανάμεσα στα γαμήλια δώρα της Αρμονίας, της κόρης της Αφροδίτης και του Άρεως, όταν ο Κάδμος παντρεύτηκε μαζί της.
Τα χρυσά αγάλματα που ήταν όμοια με ζωντανούς εφήβους ήταν προικισμένα με "δύναμη, σκέψη και φωνή". Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος μας λέει, ότι, ο Αιήτης, ο πατέρας της Μήδειας, από τον Ήφαιστο είχε πάρει δυο άγριους ταύρους που "έβγαζαν φωτιές από τα ρουθούνια τους και είχαν πόδια χάλκινα". Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και οι αργυροί σκύλοι που φύλαγαν το ανάκτορο του Αλκίνοου. Ο γίγαντας Τάλως "από το γένος των χάλκινων ανθρώπων" δόθηκε από τον Ήφαιστο στον Μίνωα, για να φρουρεί τη νήσο Κρήτη.
Ο Όμηρος περιγράφει την κατασκευή των όπλων του Αχιλλέως από τον θεικό σιδηρουργό. "Κατασκεύασε πρώτα την ασπίδα, στερεή και πλατιά, τη στόλισε ολόγυρα με έναν τριπλό άσπρον εκθαμβωτικό κύκλο από όπου έκανε να βγαίνει τον αορτήρα τον αργυρό. Πέντε πλάκες είχε η ασπίδα και στην επιφάνειά της ο Ήφαιστος φτιάχνει διάφορες όμορφες ανάγλυφες παραστάσεις, τη Γη, τον Ουρανό, τη Θάλασσα, τον ακούραστο Ήλιο και το ολόγιομο Φεγγάρι. Παρασταίνει επίσης όλα τα στολίδια του ουρανού, την Πούλια, τις Υάδες, το δυνατό Ωρίωνα, την Άρκτο που την ονομάζουν και Άμαξα (δίφρο) και στριφογυρίζει αδιάκοπα στο ίδιο μέρος κοιτώντας τον Ωρίωνα, ενώ μονάχα αυτή δε λούζεται τα νερά του Ωκεανού". Ολόκληρο το τέλος της 18ης ραψωδίας της "Ιλιάδας" είναι αφιερωμένο στην περιγραφή των σκηνών, που είχε παραστήσει ο Ήφαιστος πάνω στην ασπίδα του γιου της Θέτιδας. Μια γαμήλια τελετή "με μεγάλο γλέντι, μια δίκη στην Αγορά, μια μάχη κάτω από τα τείχη πολιορκημένης πολιτείας, όπου η Αθηνά, ο Άρης, η Έριδα, η Χλαλοή και η Μοίρα εικονίζονται σ' αυτή". Η τέχνη του Ηφαίστου δίνει ζωή σε αυτές τις μορφές που σκαλίζει, τις βλέπουμε να πολεμούν, να μεταφέρουν τους νεκρούς τους κι από τα δυο στρατόπεδα. Δίπλα από αυτή την εικόνα πολέμου και σφαγής, ο θεός σκάλισε χαρούμενες σκηνές. Το όργωμα ενός "μεγάλου κι αφράτου χωραφιού", έπειτα το θέρισμά του, τον τρύγο ενός "όμορφου αμπελιού, που τα χρυσά κλωνιά του λυγίζουν κάτω από το βάρος των τσαμπιών με τις γαλάζιες ρόγες". Ο Ήφαιστος παρασταίνει ακόμα επάνω στην ασπίδα "μια γελαστή κοιλάδα όπου έβοσκαν μεγάλα κι άσπρα πρόβατα. Κι εκεί κοντά είναι οι στάβλοι, τα μαντριά και οι καλύβες των βοσκών". Έφτιαξε "χορό από όμορφες κοπέλες και εφήβους που καθώς χορεύανε χτυπούσαν τα πόδια τους στο χώμα πιασμένοι χέρι χέρι. Μακριά φορέματα από λεπτό κι ανάλαφρο λινό, στεφάνια λουλουδένια στόλιζαν τα κορίτσια. Οι χορευτές χιτώνες φόραγαν από ύφασμα αστραφτερό και πλούσιο. Τα σπαθιά τους ήταν κρεμασμένα από ασημένιους αορτήρες. Πότε ο χορός ολόκληρος, έφηβοι και κοπέλες, με κίνηση ανάλαφρη και τεχνική, στριφογυρίζει γρήγορα σαν τον κεραμεικό τροχό του αγγειοπλάστη όταν τον δοκιμάζει και πότε ο χορός χώριζε σε όμορφες γραμμές, χαριτωμένες, που προχωρούν αντικριστά η μία προς την άλλη. Το πλήθος που τους έβλεπε τους θαύμαζε, ενώ ένας θεϊκός τραγουδιστής, τη λύρα παίζοντας, ρύθμιζε τα βήματά τους και δυο επιτήδειοι χορευτές ρίχνονται σ' έναν στροβιλιστό χορό καταμεσής τους κύκλου".
Ο Ήφαιστος είχε εργαστεί ακόμα και στην οικοδόμηση της κατοικίας των θεών στον Όλυμπο. Οι τοίχοι του ανακτόρου ενισχυμένοι ήταν με χάλκινες πλάκες, σφυρηλατημένες στο εργαστήρι του θεού. Για τον Δία έφτιαξε ένα γαμήλιο θάλαμο, με πόρτες βαριές που έκλεινε κι έτσι ο κυρίαρχος των Ολύμπιων θεών απόλυτα προφυλαγμένος ήταν από τα αδιάκριτα βλέμματα.
Ο ΗΦΑΙΣΤΟΣ, ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΧΘΟΝΙΑΣ ΦΩΤΙΑΣ
|
Ο μύθος που αναφέρει πως ο Ήφαιστος γκρεμίστηκε από το ύψος του ουρανού όχι από την Ήρα μα από τον Δία, μας λέει ότι "κατρακύλαγε μια ολόκληρη μέρα και κατά το ηλιοβασίλεμα έπεσε στη Λήμνο κι εκεί τον περιμάζεψαν οι Σίντιες".
Σε μια εποχή τοποθετούσαν το εργαστήρι του Ηφαίστου στη Λήμνο, ενώ σύμφωνα με τον Όμηρο, το εργαστήρι αυτό βρισκόταν στον Όλυμπο.
Η Λήμνος ήταν ηφαιστειώδες νησί κι η κυριότερη κορυφή του, ο Μόσυχλος, έγινε το σημαντικότερο κέντρο της λατρείας του Ηφαίστου. Αλλά δεν ήταν ακριβώς ηφαίστειο, μονάχα από ρωγμές του έβγαιναν ατμοί, λίγο - πολύ ανάκατοι με φλόγες, που η θέα τους είχε διεγείρει τη φαντασία των κατοίκων του νησιού, που πίστευαν πως αυτές οι πυρακτωμένες μάζες προέρχονταν από το εργαστήρι του θεού και ότι οι υποχθόνιες βροντές ήταν οι κρότοι από τα σφυροκοπήματά του.
Σύμφωνα με μια παράδοση, ο Προμηθέας από τη Λήμνο έκλεψε τη φωτιά για να τη χαρίσει στους ανθρώπους. Κατά έναν άλλο μύθο, στη Λήμνο γεννήθηκε η φωτιά από ένα δέντρο που το χτύπησε κεραυνός. Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος αφηγείται πως οι Αργοναύτες περνώντας από τη Λήμνο πρόσφεραν θυσίες στον Ήφαιστο και τον τίμησαν με γιορτές. Το ίδιο νησί ήταν και το κέντρο της λατρείας των Καβείρων και που μερικοί συγγραφείς τους θεωρούν γιους του Ηφαίστου.
Οι Έλληνες μετέφεραν το κέντρο δραστηριότητας του θεού στις κυριότερες ηφαιστειακές περιοχές της λεκάνης της Μεσογείου παράλληλα με την ανακάλυψή τους. Ιδιαίτερη περίπτωση ήταν η περίπτωση της Σικελίας και των Λιπάρων νήσων. Μάλιστα λεγόταν πως ο Ήφαιστος και η Δήμητρα είχαν διεκδικήσει την κατοχή της Σικελίας και πως τη διαφορά τους την έλυσε η κόρη του Βριάρεω, η Αίτνα, που σ' αυτήν οφείλει και το όνομά του το ομώνυμο ηφαίστειο. Ο Γίγαντας Τυφωέας είχε θαφτεί κάτω από αυτό το βουνό και πως ο Ήφαιστος είχε καθίσει επάνω του για να τον εμποδίσει να δραπετεύσει. Ένας άλλος μύθος έλεγε πως ο θεός της φωτιάς είχε κρεμάσει στο λαιμό του Τυφωέα το αμόνι του για να τον ακινητοποιήσει. Σύμφωνα με μιαν άλλη παράδοση. η Αίτνα ήταν θυγατέρα του Ωκεανού κι από την ένωση της με τον Ήφαιστο γεννήθηκαν οι δύο Παλικοί, πνεύματα της φωτιάς, που είχαν ένα ιερό στην ομώνυμή τους πόλη, την Παλίκη.
Σε μια εποχή τοποθετούσαν το εργαστήρι του Ηφαίστου στη Λήμνο, ενώ σύμφωνα με τον Όμηρο, το εργαστήρι αυτό βρισκόταν στον Όλυμπο.
Η Λήμνος ήταν ηφαιστειώδες νησί κι η κυριότερη κορυφή του, ο Μόσυχλος, έγινε το σημαντικότερο κέντρο της λατρείας του Ηφαίστου. Αλλά δεν ήταν ακριβώς ηφαίστειο, μονάχα από ρωγμές του έβγαιναν ατμοί, λίγο - πολύ ανάκατοι με φλόγες, που η θέα τους είχε διεγείρει τη φαντασία των κατοίκων του νησιού, που πίστευαν πως αυτές οι πυρακτωμένες μάζες προέρχονταν από το εργαστήρι του θεού και ότι οι υποχθόνιες βροντές ήταν οι κρότοι από τα σφυροκοπήματά του.
Σύμφωνα με μια παράδοση, ο Προμηθέας από τη Λήμνο έκλεψε τη φωτιά για να τη χαρίσει στους ανθρώπους. Κατά έναν άλλο μύθο, στη Λήμνο γεννήθηκε η φωτιά από ένα δέντρο που το χτύπησε κεραυνός. Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος αφηγείται πως οι Αργοναύτες περνώντας από τη Λήμνο πρόσφεραν θυσίες στον Ήφαιστο και τον τίμησαν με γιορτές. Το ίδιο νησί ήταν και το κέντρο της λατρείας των Καβείρων και που μερικοί συγγραφείς τους θεωρούν γιους του Ηφαίστου.
Οι Έλληνες μετέφεραν το κέντρο δραστηριότητας του θεού στις κυριότερες ηφαιστειακές περιοχές της λεκάνης της Μεσογείου παράλληλα με την ανακάλυψή τους. Ιδιαίτερη περίπτωση ήταν η περίπτωση της Σικελίας και των Λιπάρων νήσων. Μάλιστα λεγόταν πως ο Ήφαιστος και η Δήμητρα είχαν διεκδικήσει την κατοχή της Σικελίας και πως τη διαφορά τους την έλυσε η κόρη του Βριάρεω, η Αίτνα, που σ' αυτήν οφείλει και το όνομά του το ομώνυμο ηφαίστειο. Ο Γίγαντας Τυφωέας είχε θαφτεί κάτω από αυτό το βουνό και πως ο Ήφαιστος είχε καθίσει επάνω του για να τον εμποδίσει να δραπετεύσει. Ένας άλλος μύθος έλεγε πως ο θεός της φωτιάς είχε κρεμάσει στο λαιμό του Τυφωέα το αμόνι του για να τον ακινητοποιήσει. Σύμφωνα με μιαν άλλη παράδοση. η Αίτνα ήταν θυγατέρα του Ωκεανού κι από την ένωση της με τον Ήφαιστο γεννήθηκαν οι δύο Παλικοί, πνεύματα της φωτιάς, που είχαν ένα ιερό στην ομώνυμή τους πόλη, την Παλίκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου